Google Audio Widget

14 Σεπ 2022

Μα τι τα θες ολα αυτα?

Μα γιατί τα γράφεις όλα τούτα? Τι νόημα έχει, νομίζεις ότι κάθεται κάνεις και σε διαβάζει? Ή μπας έχεις την εντύπωση πως όσοι λίγοι σε διαβάζουν νοιώθουν κάτι ή κάνεις τη ζωή τους καλύτερη? Νομίζεις θα αλλάξει κάτι στη ζωή τους ή στο τρόπο που σκέφτονται? Τέτοια διαφορά με ρωτάει ο εαυτός μου πολλές φορές αλλά δε μπαίνω στη διαδικασία να του εξηγήσω. Έχω μια ακλόνητη βεβαιότητα πως ο εαυτός μου, εγώ δηλαδή, είναι αρκετά ανόητος για να μπορέσει να κατανοήσει πως όσα γράφω, δε τα γράφω αποκλειστικά για τους άλλους ή μάλλον δε τα γράφω καθόλου για εκείνους τους άγνωστους αλλους. Για κείνον τον ίδιο τα γράφω, τον ανόητο. Δε μπορεί να καταλάβει πως όλοι οι κατά τόπους ανόητοι βρίσκουν έναν τρόπο για να καταφέρουν να επιβιώσουν και να τα βγάλουν πέρα σε τούτο το πολιτισμένο και γεμάτο AIO έξυπνες συσκευές κόσμο . Άλλοι από αυτούς τους ανόητους επιλέγουν να γίνουν πολιτικοί και κάποιοι άλλοι να γίνουν αστυνομικοί. Υπάρχει όμως και ένα άλλο κομμάτι ανοητων που γράφουν και παίζουν μουσική . Τραγουδάνε ζωγραφίζουν. Κάνουν τέλος πάντων διαφορά και ελπίζω να καταλαβαίνετε πως οι πρώτοι ανόητοι δεν έχουν σχέση με τους δεύτερους απλά προσπαθώ να πείσω τον δικό μου ανόητο περί τίνος πρόκειται. Η δική μας κατηγορία είναι εκείνοι που επιλέγουν με δικό τους τρόπο, με τη γραφή, στη προκειμένη περίπτωση, να τριψουν στα ίδια τους τα μούτρα όλην εκείνη την αγανάκτηση, την απορία για τα πολλά που συμβαίνουν και να κουλαντρίσουν όλον τούτο το ραθυμο θυμό που ξεσπάει από τα ρουθούνια όταν βλέπει τους πρώτους ανόητους να πατάνε στη δική του ανοησία και πειθινια απραξία του. Αρκετά με το σημερινό μάθημα αυτοβελτίωσης. Ολοκληρωσαμε και για σήμερα. Όχι πάνω μας, ευτυχώς. Θα τον πείσω τον ανόητο πως αν δε γράψω σε συνδυασμό με όσα κοιμούνται μέσα του δε θα τον φτάνουν χούφτες τα φάρμακα για να καλμαρει. Και να φανταστείς το κάνω όλο τούτο χωρίς καν να έχω διαβάσει ένα βιβλίο-εγχειρίδιο αυτοβελτίωσης, δε διάβασα ποτέ μου τον. Ιrvin Yalom ή τον ντόπιο το Ξενάκη με τα δώρα του. Αυτοί είναι σπουδαίοι και διαβασμένοι ενώ εγώ ανόητος και αγράμματος. Οχινεγω ακριβώς. Ο εαυτός μου. Πιστεύω να με καταλαβαίνετε. Στο νέο σπίτι τα βολεψα τα πράγματα και το πρωί έκανα κ το μπάνιο μου στη θάλασσα που είναι πλέον μπροστά στο σπίτι. Ήμουν σίγουρος πως το σημερινό Σάββατο θα ήταν μια ήσυχη βάρδια, έτσι έδειχνε. Τυπικά πράγματα, αγόρια με διαστρέμματα από τη μπάλα, γιαγιάδες που ανέβηκαν στο σκαμπό να ξεσκονίσουν και παππούδες που ενώ έχουν υπέρταση ρουφάνε το αλάτι σα το Marvin Gaye τη λουκουμόσκονη. Ακούω ειδήσεις και χαζεύω τα δημοσιογραφικά. Την ώρα εκείνη ακούω το ασανσέρ να κατεβαίνει, σα να το ήξερα πως αυτό το περιστατικό θα είναι αλλιώτικο. Το φορείο στρίβει στην είσοδο του ακτινολογικού και μπαίνει, φοράμε όλοι μάσκα αλλά ευτυχώς τα ματια μας συνεχίζουν να είναι ακάλυπτα και να μιλάνε σιωπηλά και κάνουν κάποιους λίγους που μιλάνε την ίδια γλώσσα είτε να φυλαγονται είτε να γινονται εγκαρδιοι. - Τι πάθατε? -έπεσα αγόρι μου, παράλληλα ο σύζυγος παρεμβαίνει -Δεν ακούει, ήρθαμε για διακοπές να ηρεμήσουμε και εκείνη βάλθηκε να κάνει δουλειές. Έχει και σκλήρυνση... - παμε σιγά σιγά, θα σας βοηθήσω να ξαπλωσουμε στο κρεβάτι δίπλα. Οι ακτινογραφιες δεν άργησαν να δείξουν τη ζημιά, υποκεφαλικο το κάταγμα στο ισχίο. Ανεβαίνουν ξανά στα ΤΕΠ, ο σύζυγος περιμένει απέξω και είναι ανήσυχος. Του λέω να ηρεμήσει όλα θα πάνε καλά. Με κοιτάζει με ένα βλέμμα που μου θύμισε το πατέρα μου. Δε μίλησε. Κάθομαι δίπλα του. - Είμαστε γείτονες στην Αθήνα. Είμαι στο Ίλιον του λέω. Δε με άκουσε καν. Είναι σκυμμένος με τα χέρια του δεμένα μεταξύ τους στις χούφτες και οι αγκώνες του ακουμπάνε στα γόνατα του. - Ήρθαμε για διακοπές να ξεχαστεί, μου λέει. Έχει τη σκλήρυνση και μας εχουν πει ότι η θάλασσα βοηθάει. Έχω και το σκύλο μαζί στο σπίτι και ένα καναρίνι. Τι θα κάνω γαμωτο. Όχι ότι φταίει όμως, μη με παρεξηγείς, δε φταίει, είμαστε ταλαιπωρημενοι αγόρι μου. Έχει πονέσει πολύ που την βλέπεις. Εγώ δεν καταλαβαίνω, θα της κάνουν παυσίπονα τώρα μην ανησυχείς δε θα πονάει. Με κοιτάζει ξανά μες τα μάτια, τα μάτια του είναι ήδη υγρά και κόκκινα και μου γελάει με ένα χαμόγελο που με πόνεσε πιο πολύ από κλοτσιά στα αρχιδια. - Ναι αγόρι μου να να της κάνουν ένεση. Να της κάνουν να μην πονάει άλλο πια. -Θα κατέβω κάτω του απαντάω, αν χρειαστείτε κάτι μη διστάσετε. -Ναι αγόρι μου μου απαντάει και με κοιτάζει αλλά δε με βλέπει, το μυαλό του ταξιδεύει αλλού. Κατεβαίνω και προσπαθώ να μην σκέφτομαι τίποτα, ανοίγω ένα φανταστικό βιβλίο που διαβάζω μανιωδώς για 2η μέρα και χαίρομαι από τη μια που το καταπίνω αλλά λυπάμαι ταυτόχρονα που θα τελειώσει σύντομα. Έχω χαθεί στις γραμμές του και ταξιδεύω στην Πράγα του μεσοπολέμου και το Αλγέρι του 1940. Ο ήρωας μου ο Γιοσεφ Καπλαν είναι γιατρός και ερευνητής και λατρεύει τη μουσική και τον χορό. Ακούει Carlos Gardel και αγαπημένο του τραγούδι είναι το Volver. Αφήνω το βιβλίο και το youtube φέρνει στα αυτιά μου τις κιθάρες με την φωνή. Είμαι εγώ στη σκηνή και χορεύω, και ας μην έχω ιδέα από χορό, αγκαλιά με την Κριστίν ένα τελευταίο χορό στη προκυμαία στο Αλγέρι πριν το αφήσουμε για να αππβιβαστουμε στη συνέχεια στη Μασσαλία. Το τραγούδι έχει τελειώσει και έχω μείνει με ένα χαζό χαμόγελο στα χείλη μου, ο ήχος του ασανσέρ και πάλι εκεί. Τρομάζω, και πάλι το ξέρω, είμαι σίγουρος, είναι και πάλι η ίδια ασθενής. Αφήσαμε ανοιχτούς λογαριασμούς. Ταυτόχρονα χτυπάει το κινητό, μήνυμα από τη Κατερίνα, "Μπαμπά τελικά κάτι κάνεις, ωραίο αυτό που έγραψες, θα πέσω για ύπνο, θα τα πούμε μετά". Χαίρομαι και λέω μέσα μου "τα βλέπεις ανόητε? Τα βλέπεις? Το φορείο έχει μπει στο θάλαμο, είναι η ίδια ασθενής. Ο άντρας της ξανά απέξω, περιμένει και κάτι λέει χαμηλά σα να μην θέλει κανείς να τον ακούσει. Σα να προσεύχεται σε ένα δικό του άγνωστο σε εμάς Θεό και να μη θέλει κανείς να τον διακόψει, ανοιγοκλεινουν τα χείλη του, τα διαβάζω ξεκλεβω μια φράση μονάχα " βοήθα με αγόρι μου", η βαριά πόρτα με το μολύβι για την ακτινοπροστασια κλείνει με θόρυβο. Θα κάνουμε και μια ακτινογραφία θώρακος γιστι θα γίνει εισαγωγή μεχρι τη Δευτέρα που θα κάνετε χειρουργείο. Θα σας βοηθήσω να βγάλουμε τα ρούχα σας από τη μέση και πάνω. Πιαστείτε πάνω μου για να ανασηκωθειτε. Μη φοβάστε δε με βαραίνετε. -Αχ αγόρι μου..... -Πονατε ακόμα? Δε σας έπιασε η ένεση? - Δε πονάω καθόλου παιδί μου μην ανησυχείς μου απαντάει. Όλα είναι έτοιμα, βγάζω την ακτινογραφία, τη βοηθάω να ντυθεί. Είμαστε έτοιμοι της λέω θα σας βοηθήσω να ξαπλώσετε. Με πιάνει από το μπράτσο σφιχτά και ξαπλώνει, με σφίγγει γερά στο μπράτσο. -Πανε 11 χρόνια... Δε μιλάω, θέλει να μιλήσει, το νοιώθω. Η ράχη μου έχει ανατριχιάσει και ιδρώτας τρέχει. Τη κοιτάζω και με κοιτάει μες τα μάτια. -Έχασα το παλικάρι μου, ήταν 27 χρόνων. Συνεχίζω να μη μιλάω με βαστάει ακόμα το ίδιο σφιχτά -Τότε αρρωστησα από τη στεναχώρια, έπαθα τη σκλήρυνση, δε μπορώ όμως να κάτσω παιδάκι μου, κάνω δουλειές για να ξεχνιέμαι, με φέρανε εδώ για διακοπές, και γελάει εκείνη την ώρα, ένα γέλιο γεμάτο πονο. Τι να τις κάνω τις διακοπές εγώ, δουλεύω για να μην ουρλιαζω. Άμα κάθομαι κάτι ξυπνάει μέσα μου και θέλω να ουρλιαζω, και επειδή δε θέλω να τον τρομάζω, και κοιτάει τη πόρτα που απέξω στέκει ο άντρας της, το πνίγω, αλλά όσο το πνίγω τόσο αυτό θεριεύει. Έχω βουρκωσει. Θυμάμαι τη νιότη μου και όσα μας σημάδεψαν και μας σφράγισαν για παντα. -Έχετε αλλά παιδιά, καταφέρνω να ρωτήσω. - μια κόρη ακόμα απανταει -να τη χαίρεστε, να είναι γερή πάντα. - σε ευχαριστώ αγόρι μου σε ευχαριστώ να χαίρεσαι ότι αγαπάς. Ο τραυματιοφορεας έχει έρθει και παίρνει το φορείο. Ακολουθώ. -Μηχανή? Ρωτάω το πατέρα. -μεγάλου κυβισμού μου απαντάει και σκυφτός ακολουθεί το φορείο. Μένω να τους κοιτάζω μέχρι τη γωνιά που στρίβουν για να μπουν στο ασανσέρ. Δε μπόρεσα να διαβάσω κάτι ξανά. Το βιβλίο μου θα περιμένει. Εσκισα λευκές κόλλες από το σπιράλ και πήρα ένα μπλε στυλό για σήμερα. Έβαλα Carlos Gardel. Μετά ξεκίνησα να συζητάω με τον εσωτερο εαυτό μου. Αυτόν τον ανόητο που τόσην ώρα σιωπεί και δε βγάζει μηλιά. Τα βλέπεις ανόητε, τα βλέπεις τον ρωτάω. Για σένα γράφω ρε μαλακα, για τη κυρία εκείνη που τώρα μπαίνει στο δωμάτιο και ποιος ξέρει τι να σκέφτεται. Για το σύζυγό της που απόψε θα γυρίσει σε ένα δωμάτιο διακοπών παρέα με το σκύλο και το καναρίνι του και τις όσες σκέψεις του. Για τη κόρη σου γράφω βρε ηλιθιε που σου είπε ότι κάτι κανεις και ας ξέρεις ότι γράφει καλύτερα από σένα. Για το φίλο σου τον αδερφικο το Βασίλη γράφω ρε βλακα. Για όλους εκείνους που δε θα το διαβάσουν ποτέ γιστι βιάστηκαν να ταξιδέψουν από κοντά μας αλλά έτσι με το τρόπο τούτο τιμάω τη μνήμη τους. Γιατί τελικά το γράψιμο δε ξέρω αν είναι τέχνη όπως λένε, και εγώ σίγουρα δεν είμαι των καλών τεχνών, ξέρω όμως σίγουρα τούτο. Θα υπάρξουν κάποιοι λίγοι εκεί έξω που θα το διαβάσουν όλο τουτο και θα βάλουν να ακούσουν το por una cabeza του Gardel, θα γεμίσουν ένα ποτήρι κόκκινο κρασί θα πιουν μια γουλιά, και το άλλο θα το γυρίσουν στο χώμα. Στη μνήμη όσων μας λείπουν. Για τη μνήμη τους ανόητε. Για αυτό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: